Διεθνής Ημέρα δράσης κατά του ρατσισμού, του πολέμου, του φασισμού

Mε σύνθημα “Όχι στο ρατσισμό και την ξενοφοβία – αλληλεγγύη στους πρόσφυγες” η Ομοσπονδία Εργαζομένων της ΕΥΔΑΠ διοργάνωσε την Πέμπτη 2 Μαρτίου στο αμφιθέατρο του Περισσού, μια σημαντική αντιρατσιστική και αντιφασιστική εκδήλωση. Η εκδήλωση διοργανώθηκε εν όψει της Διεθνούς ημέρας δράσης κατά του ρατσισμού, του πολέμου, του φασισμού και της φτώχειας στις 18 Μάρτη.

Στη εκδήλωση, που γίνεται για πρώτη φορά με πρωτοβουλία της ΟΜΕ (μετά από σχετική αίτηση του ΣΕΚΕΣ και τη συμμετοχή του ΚΕΕΡΦΑ), η συμμετοχή των εργαζομένων ήταν μικρή, και εμφανής η απουσία συνδικαλιστών και της διοίκησης της ΕΥΔΑΠ , αλλά ήταν ομόφωνη από όλους τους ομιλητές η καταδίκη του φασισμού, του ρατσισμού και η ανάγκη αλληλεγγύης στους μετανάστες και τους πρόσφυγες.

Στην εκδήλωση, που συντόνισε ο Γραμματέας του ΔΣ της ΟΜΕ ΕΥΔΑΠ Χρήστος Κιόσης, μίλησαν οι Γιώργος Σινιώρης (ΔΑΚΕ) πρόεδρος ΟΜΕ-ΕΥΔΑΠ, Γιώργος Ραντίτσας (ΠΑΣΚΕ) μέλος ΔΣ συλλόγου Αποχέτευσης, Μανώλης Χαρατσής (ΕΣΚ) μέλος ΔΣ του συλλόγου προσωπικού, Μανώλης Μαστοράκης (ΣΕΚΕΣ), μέλος ΔΣ του συλλόγου προσωπικού ΕΥΔΑΠ. Εκ μέρους της ΚΕΕΡΦΑ μίλησε ο Τάσος Αναστασιάδης

Στη συνέχεια παραθέτουμε τις παρεμβάσεις όλων των ομιλητών:

Γιώργος Σινιώρης, πρόεδρος ΟΜΕ ΕΥΔΑΠ

Σύμφωνα με το λεξικό ο ορισμός της ξενοφοβίας είναι “ο νοσηρός φόβος προς τους αλλοδαπούς ή τις ξένες χώρες”. Με άλλα λόγια, αυτό σημαίνει μια αποστροφή σε ξένους ή αλλοδαπούς. Η ξενοφοβία είναι ένα συναίσθημα ή μια αντίληψη βασισμένη σε κοινωνικά κατασκευασμένες εικόνες και ιδέες και όχι σε ορθολογικά ή αντικειμενικά γεγονότα.

Η οικοδόμηση της ταυτότητάς μας ως άτομα και μέλη μιας ομάδας, μιας εθνικής ομάδας, ενός έθνους, κλπ. προϋποθέτει γνώση της πολυμορφίας στην κοινωνία και της διαφορετικότητας από τους άλλους, κάτι το οποίο από μόνο του δεν είναι αρνητικό όσο η πολυμορφία δε θεωρείται απειλή και η αναγνώριση αυτών των διαφορών δεν χρησιμοποιείται για πολιτική χειραγώγηση.

Παρά το γεγονός ότι ο φόβος των αλλοδαπών – ξενοφοβία – θεωρείται ηθικά απαράδεκτος και έρχεται σε αντίθεση με ό, τι θα συνιστούσε μια κουλτούρα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δεν είναι παράνομος και συνεπώς δεν μπορεί να τιμωρείται νομικά ως τέτοιος. Κατά συνέπεια, μόνο οι εκδηλώσεις ξενοφοβίας, (οι οποίες μπορούν να προέλθουν από τις ξενοφοβικές αντιλήψεις και οι οποίες μπορούν να πάρουν ως προς τη συμπεριφορά ή σωματικά βίαιες μορφές, όπως οι πράξεις των ρατσιστικών επιθέσεων, των διακρίσεων στην εργασία, φραστικές επιθέσεις ή κατάχρηση, εθνοκάθαρση, γενοκτονία, κλπ. ) υπόκεινται σε κυρώσεις κατά το μέτρο που υπάρχουν νόμοι που μπορούν να χαρακτηρίσουν τις δράσεις αυτές ως εγκλήματα.

Ζούμε σε μια κοινωνία στην οποία αισθανόμαστε συχνά ότι απειλούμαστε. Η παγκοσμιοποίηση, οι φυσικές καταστροφές, η οικονομική κρίση, οι δυσκολίες της καθημερινής ζωής μάς δημιουργούν την αίσθηση ότι δεν τα καταφέρνουμε πλέον να αντιμετωπίσουμε απειλές που είναι συχνά απρόβλεπτες. Αισθανόμαστε ανυπεράσπιστοι και ανίκανοι να δράσουμε, και συνεπώς φοβόμαστε. Είναι ένας ακαθόριστος φόβος τον οποίο μεταφέρουμε κυρίως στους ξένους. Μέσα από την ξενοφοβία εκδηλώνεται ο φόβος για όποιον είναι διαφορετικός από μας όχι μόνο στη φυσική του μορφή, αλλά και στην κουλτούρα, τη θρησκεία ή τους τρόπους ζωής. Τα χαρακτηριστικά του άλλου, ωστόσο, είναι μόνον ένα πρόσχημα, για να μπορούμε να προβάλλουμε πάνω του τις δικές μας αγωνίες. Απορρίπτοντας τον άλλον για το ένα ή το ένα άλλο χαρακτηριστικό του, η ξενοφοβία θέτει σε κίνηση μια δυναμική η οποία φτάνει ακόμα και να αρνείται την ανθρωπιά του άλλου, χαρακτηρίζοντάς τον μη ανθρώπινο, επειδή είναι διαφορετικός από μας. Για τον ξενόφοβο γίνεται αδύνατο να ζήσει μαζί με τους άλλους. Η παρουσία τους απειλεί την καθαρότητα μιας εξιδανικευμένης κοινότητας, η οποία επομένως πρέπει και να προστατευτεί. Με αυτόν τον τρόπο γεννιέται ο απόλυτος ξένος, που γίνεται παγκόσμια απειλή απέναντι στην οποία πρέπει να αμυνθούμε. Ωθούμενος ως τις ακραίες συνέπειές του, ένας τέτοιος συλλογισμός παράγει τον ρατσισμό, δηλαδή την πιο ακραία μορφή της ξενοφοβίας.

Η αύξηση της ξενοφοβίας είναι μια ανησυχητική ένδειξη για την κοινωνία μας. Βέβαια, αν εξετάσουμε το ζήτημα σε μιαν ιστορική προοπτική, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι η ιστορία του κόσμου κυριαρχήθηκε συχνά από την απόρριψη των άλλων, των “βαρβάρων”, των διαφορετικών. Στο παρελθόν υπήρξαν πολύ χειρότερες καταστάσεις από τις σημερινές, όπως, για παράδειγμα, εκείνες που γεννήθηκαν από τη μεταχείριση των δούλων και από την αποικιοκρατία. Σήμερα ωστόσο, έπειτα από μια μακρά περίοδο κατά την οποία η ξενοφοβία φαινόταν βαθμιαία να υποχωρεί, φαίνεται ότι επιστρέφει και μας γυρίζει πίσω στη βαρβαρότητα. Για να κατανοήσουμε τις αιτίες αυτής της εξέλιξης, πρέπει να πάρουμε υπόψη μας ότι ζούμε σε μια κοινωνία πιο ανοιχτή και πιο κινητική, στην οποία οι επαφές ανάμεσα σε διαφορετικούς πληθυσμούς είναι πιο εύκολες και αυξάνονται διαρκώς. Η ξενοφοβία, βέβαια, γεννιέται και από μια κρίση ταυτότητας, αλλά δεν ενισχύουμε την ταυτότητά μας καταπολεμώντας όποιον είναι διαφορετικός. Αντίθετα, η επίγνωση της ταυτότητάς μας μεγαλώνει μέσα από το διάλογο με τον άλλον που διαφέρει από μας. Η παγκοσμιοποίηση, εκτός του ότι θέτει υπό αμφισβήτηση την ταυτότητά μας, απειλεί και την ικανότητά μας για δράση. Όλο και πιο συχνά αισθανόμαστε ανήμποροι και ανίσχυροι.

Οι οικονομικές και γεωπολιτικές αλλαγές που συντελούνται στην Ευρώπη κατά την τελευταία δεκαετία δεν ήταν δυνατό να αφήσουν ανέπαφη τη χώρα μας. Η Ελλάδα που παραδοσιακά ήταν χώρα “εξαγωγής” μεταναστών μεταβλήθηκε σε χώρα “υποδοχής” όλων όσοι εγκατέλειψαν τις εστίες τους για να αναζητήσουν μια καλύτερη τύχη.

Τα πολυπολιτισμικά στοιχεία που προσέδιδαν στην ελληνική κοινωνία οι τσιγγάνοι και οι μουσουλμάνοι Έλληνες πολίτες, και αργότερα οι παλιννοστούντες, πολλαπλασιάστηκαν με την έλευση μεγάλου αριθμού οικονομικών μεταναστών από διάφορες χώρες που πλέον εργάζονται και ζουν μόνιμα στη χώρα μας.

Σε πολλές περιπτώσεις, τα σχολεία αποτελούν χώρο διακρίσεων εις βάρος των αλλοδαπών μαθητών, που γίνονται τόσο από τους υπόλοιπους μαθητές και τους γονείς όσο και από τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς και τις διευθύνσεις των σχολείων.

Υψηλά καταγράφονται τα ποσοστά ξενοφοβικής συμπεριφοράς και απόψεων που απέχουν κατά πολύ από τις έννοιες της ισότητας και του σεβασμού της διαφορετικότητας, σε όλα τα κοινά που συνθέτουν την εκπαιδευτική κοινότητα.

Αυτό κάνει ακόμη πιο επιτακτικό το ρόλο της εκπαίδευσης στην καταπολέμηση των διακρίσεων και στην προσπάθεια αρμονικής ένταξης των αλλοδαπών μαθητών. Η εκπαίδευση δεν αφορά μόνο στους μαθητές αλλά και στους εκπαιδευτικούς, όπου οι ίδιοι εκτιμούν ότι δεν είναι επαρκώς καταρτισμένοι για να διδάξουν τους αλλοδαπούς μαθητές.

Ο ρατσισμός είναι ένα από τα χειρότερα και πιο απάνθρωπα φαινόμενα του σύγχρονου κόσμου. Είναι ένα φαινόμενο του άδικου συστήματος που κυβερνά τον κόσμο και καταστρέφει τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων. Ο σύγχρονος ρατσισμός, που αντιμετωπίζουμε σήμερα, είναι πιο πολύπλοκος από τον απλό και καθαρό ρατσισμό του παρελθόντος. Ο σύγχρονος ρατσισμός δεν μπορεί να εκφραστεί ανοιχτά, χωρίς προσωπείο, όμως παρ’ όλα αυτά οι ρατσιστικές ενέργειες ούτε μειώθηκαν ούτε εξαφανίστηκαν. Πιστεύω ότι ο ρατσισμός είναι πιο έμπειρος και έξυπνος από παλιότερα και μπορεί να επιλέξει ανάμεσα σε διάφορους τρόπους και μορφές για να δράσει στην κοινωνία, να κατευθύνει τις σκέψεις και τις γνώμες των ανθρώπων και να οδηγήσει σε ρατσιστικές ενέργειες ενάντια στα θύματά του.

Στις ευρωπαϊκές χώρες υπάρχουν ακόμα μερικές ρατσιστικές οργανώσεις που ανοιχτά προσπαθούν να διατηρήσουν την καθαρότητα του ιερού αίματος της Ευρώπης και κάνουν ανοιχτή προπαγάνδα ενάντια στους ξένους. Όμως, πιστεύω ότι αυτό το είδος ρατσιστικών οργανώσεων δεν είναι η πραγματική βάση του ρατσισμού, ακριβώς επειδή διατηρούν την παραδοσιακή φόρμα του ρατσισμού που δεν είναι πλατιά αποδεκτή από το λαό και επομένως δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν πολλά πράγματα. Οι κυβερνήσεις και οι άρχουσες τάξεις των χωρών αυτών παράγουν και αναπαράγουν την παλιά σκέψη, όχι απλά και άμεσα, αλλά με έναν πιο έμμεσο και ραφινάτο τρόπο. Αυτός ο τρόπος αναπαραγωγής της σκέψης είναι χρήσιμος στο βαθμό που τους βοηθά να εφαρμόσουν τα σχέδιά τους για τους ξένους. Ο ρατσισμός είναι ένα χρήσιμο εργαλείο νομιμοποίησης αυτών των ενεργειών ανάμεσα στους πληθυσμούς των αναπτυγμένων κρατών.

Ο ρατσισμός είναι ενστικτώδης στους ανθρώπους. Έτσι δεν χρειάζεται να υπάρξει κάποιο ιδιαίτερο πρόγραμμα ρατσιστικών πράξεων. Είναι αρκετό να οξύνει κανείς αυτή την αίσθηση ή να τροφοδοτήσει αυτή την άποψη και ο καθένας μπορεί να προβεί σε ρατσιστικές πράξεις. Η βασική εφαρμογή του ρατσισμού γίνεται με άπειρες μορφές σε μικρή κλίμακα. Τα θύματα αυτών των μικρής κλίμακας ρατσιστικών ενεργειών είναι οι κακόμοιροι πρόσφυγες και οι μετανάστες που έρχονται κυρίως από μη ευρωπαϊκές χώρες, άνθρωποι που προσπαθούν να ξεφύγουν από το θάνατο και να βρουν ένα καταφύγιο. Η βασική μέθοδος προώθησης του ρατσισμού δεν είναι η εξύμνηση των ευρωπαϊκών εθνών, γιατί αυτή η μέθοδος είναι παλιά και άχρηστη. Αντίθετα, πιο ταιριαστή είναι η αρνητική προπαγάνδα σχετικά με τους ξένους ή τις χώρες καταγωγής τους. Αυτοί οι πρόσφυγες, όταν έρχονται εδώ, αντιμετωπίζονται σαν εγκληματίες, μιας και δεν είναι πλέον εξειδικευμένοι εργάτες για τη βιομηχανία αλλά οι πιο φτωχοί άνθρωποι, που έχουν χάσει τα προς το ζην. Ο καλύτερος τρόπος είναι να δημιουργήσουν μια ρατσιστική ατμόσφαιρα, να ψηφίσουν ένα σκληρό νόμο ενάντιά τους, να αγνοούν τα αιτήματά τους και να τους επιτίθενται λίγο λίγο μέρα με τη μέρα, από το δρόμο μέχρι τα στρατόπεδα. Οι πρόσφυγες προέρχονται κυρίως από φτωχές και υπανάπτυκτες χώρες ή από χώρες που βρίσκονται σε πόλεμο, και αυτές οι καταστάσεις ενισχύουν τα ρατσιστικά αισθήματα των χωρών στις οποίες καταφεύγουν. Ο ρατσισμός προσπαθεί να αποδείξει ότι οι πρόσφυγες είναι δειλοί, παράσιτα, ανίκανοι να ζήσουν τη ζωή τους και επομένως εγκατέλειψαν τις χώρες τους και ήρθαν εδώ για να καταναλώσουν τους πόρους μας χωρίς κόπο. Και εξαιτίας όλων αυτών αυξάνουν την ανεργία, προκαλούν προβλήματα στο σύστημα κοινωνικής ασφάλειας και γενικότερα προκαλούν διάφορες κοινωνικές αναστατώσεις, γίνονται κακό παράδειγμα για την κοινωνία, στελεχώνουν τις μαφιόζικες ομάδες, τη διακίνηση ναρκωτικών και λαθρομεταναστών. Όλα τα παραπάνω αφορούν γενικά τις ευρωπαϊκές χώρες και την Ελλάδα, όμως στην Ελλάδα υπάρχουν ορισμένες ιδιαιτερότητες. Μια απ’ αυτές είναι το χαμηλό ρατσιστικό συναίσθημα των Ελλήνων, που μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι πριν από μερικές δεκαετίες πολλοί Έλληνες ήταν και οι ίδιοι πρόσφυγες. Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι ότι η Ελλάδα δεν είναι πλήρως βιομηχανοποιημένη και έτσι διατηρείται ακόμα ένας ανατολίτικος τρόπος ζωής.

Για την εκδήλωση ρατσιστικών συμπεριφορών απαιτείται κατάλληλο κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον. Σε περιόδους οικονομικών κρίσεων, διεθνών ανακατατάξεων, αυξάνουν οι ρατσιστικές συμπεριφορές εις βάρος ευπαθών κοινωνικών ομάδων (μετανάστες, πρόσφυγες, εθνικές μειονότητες, ομοφυλόφιλοι, μαύροι κλπ). Οι ομάδες αυτές καθίστανται αντικείμενο ηθικού πανικού, δυσμενών διακρίσεων, καθίστανται το «κακό» αντικείμενο επί του οποίου διοχετεύονται το άγχος, ο φθόνος, η μνησικακία και καταπιεσμένη επιθετικότητα της πλειοψηφίας.

Συμπερασματικά, μπορεί εύκολα να γίνει κατανοητό ότι η ξενοφοβία είναι ένα από τα πιο σοβαρά προβλήματα που μαστίζουν τη σύγχρονη κοινωνία. Μπορεί να έχει ολέθριες συνέπειες στην κοινωνία, στους θύτες και στα θύματα του ρατσισμού, αφού προκαλεί αύξηση του φαινομένου της βίας και της εγκληματικότητας, ενώ παράλληλα εμποδίζει την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Γι’ αυτό το λόγο άλλωστε πρέπει η Πολιτεία, οι φορείς κοινωνικοποίησης και το κάθε άτομο ξεχωριστά να αγωνίζεται για την εξάλειψη του φαινομένου αυτού.

Γιώργος Ραντίτσας εκ μέρους της ΠΑΣΚΕ

Αγαπητοί συνάδελφοι ξεκινώντας θέλω να εκφράσω τη χαρά μου που συμμετέχω στη σημερινή εκδήλωση γιατί αυτή η εξαιρετική πρωτοβουλία, μου δίνει την ευκαιρία να καταθέσω ενώπιων σας τις απόψεις αλλά και τους προβληματισμούς μου σε ένα τόσο ευαίσθητο όσο και επίκαιρο θέμα, που είναι ο ρατσισμός στις μέρες μας και οι συνέπειες μιας τέτοιας, ας μου επιτραπεί η έκφραση, αντί-ανθρώπινης συμπεριφοράς τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και σε βάθος χρόνου.

Είναι αρκετά ενθαρρυντικό να πραγματοποιούνται τέτοιες εκδηλώσεις σε εργασιακούς χώρους γιατί οι εργαζόμενοι και ιδιαίτερα οι μισθωτοί αποτελούν ένα ιδιαίτερο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας .

Είναι το κομμάτι εκείνο που γίνεται ο πρώτος στόχος μαζί με τους συνταξιούχους της χώρας σε κάθε προσπάθεια εισπρακτικής πολιτικής από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, για να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές υποχρεώσεις που δημιουργήθηκαν ερήμην των εργαζομένων.

Σίγουρα θα αναρωτηθεί κανείς γιατί αναφέρομαι στην εισαγωγή της τοποθέτησης μου στα δεινά που προκαλεί η οικονομική κρίση στους εργαζόμενους αλλά επιτρέψτε μου να πω ότι κατά την άποψη μου ακριβώς εκεί βρίσκεται η αιτία για την αύξηση του ρατσιστικού φαινομένου σήμερα.

Η οικονομική εξαθλίωση των πολιτών μιας χώρας και η ενεργοποίηση του κοινωνικού αυτοματισμού, αποτελεί το γόνιμο έδαφος για την ανάπτυξη ρατσιστικών φαινομένων.

Αγαπητοί συνάδελφοι ο ρατσισμός δεν εξαντλείται μόνο στην ξενοφοβία και στο διαφορετικό χρώμα που έχει το δέρμα του κάθε ανθρώπου αλλά έχει και ποικίλες άλλες μορφές που δεν είναι άγνωστες στη πατρίδα μας εδώ και πολλά χρόνια .

Κάθε είδους επιθετική συμπεριφορά και προσπάθεια υποβάθμισης της διαφορετικότητας από τις κοινωνικές νόρμες και σε κάθε ξένο ανάμεσα μας αποτελεί ρατσιστική συμπεριφορά που προσβάλει τις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, καθώς και του κράτους δικαίου.

Τι στόχο έχουν άραγε αυτού του είδους οι εκδηλώσεις και τι μηνύματα προσδοκούν να περάσουν στη κοινωνία και ιδιαίτερα στους εργαζόμενους;

Ο στόχος κατά την άποψη μου αγαπητές συναδέλφισες και αγαπητοί συνάδελφοι και εδώ θα επικεντρώσω την σύντομη παρέμβαση μου, θα πρέπει να είναι η ανάδειξη της ύπουλης χειραγώγησης των πολιτών που επιχειρούν οι ξενοφοβικές ακροδεξιές δυνάμεις εκμεταλλευόμενες την ανέχεια της κοινωνίας και την ενεργοποίηση του κοινωνικού αυτοματισμού.

Δεν είναι τυχαία η αύξηση της δύναμης των ευρωπαϊκών ακροδεξιών, ξενοφοβικών κομμάτων, αλλά και του ελληνικού φαινομένου που εκφράζεται από το νεοναζιστικό κόμμα της Χρυσής Αυγής που εκμεταλλεύονται την αδυναμία, την ανικανότητα η ακόμα χειρότερα την απροθυμία των ευρωπαϊκών δημοκρατικών δυνάμεων να αντιμετωπίσουν την οικονομική ύφεση έχοντας τον άνθρωπο ως σκοπό της κοινής μας ευρωπαϊκής πορείας και όχι τον άνθρωπο ως το μέσο για μια ευρωπαϊκή ένωση των οικονομικά ισχυρών χώρων.

Αυτήν ακριβώς την αντιμετώπιση του ανθρώπου ως το μέσο εκφράζει η νεοφιλελεύθερη αντίληψη της ελεύθερης αγοράς και του lasses fair που εφαρμόζεται από την πλειοψηφούσα δεξιά στη Ευρώπη και επιβάλλεται με τις άκρως απάνθρωπες πολιτικές για την αντιμετώπιση του δημόσιου χρέους. Έχοντας ως αποτέλεσμα την έκρηξη της ανεργίας και σε συνδυασμό με τη λεγόμενη προσφυγική κρίση αποτελούν την «υπερτροφή» για την θεαματική ανάπτυξη του καρκινώματος που λέγετε ρατσισμός, που λέγετε εθνικιστική περιχαράκωση, που λέγεται φράκτης κάθε είδους, που λέγεται ξενοφοβία, φόβος για κάθε τι διαφορετικό, είτε πρόκειται για διαφορετικές επιλογές στη θρησκεία, είτε πρόκειται για διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό, είτε ακόμα και σε διαφορετικά άτομα λόγο κινητικών ιδιαιτεροτήτων.

Και εδώ αν θέλετε αγαπητοί συνάδελφοι είναι και το στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί από τις προοδευτικές δυνάμεις.

Να μπορέσουν να ευαισθητοποιήσουν την κοινωνία, να πείσουν ότι η εναλλακτική πρόταση είναι μια κοινωνία που θα έχει τον άνθρωπο ως πρώτη προτεραιότητα και σκοπό της ύπαρξης της κάνοντας αποδεκτά όλα τα μέλη της που θα σέβονται το δικαίωμα στη διαφορετικότητα και θα αντλούν από τον κάθε έναν ότι θετικό έχει να προσφέρει για την αρμονική συνύπαρξη.

Πρέπει να γίνει κατανοητό στον κόσμο της μισθωτής εργασίας ότι η αιτία των προβλημάτων που αντιμετωπίζει δεν είναι ο πρόσφυγας, ούτε ο αλλόθρησκος, ούτε τα άτομα με διαφορετικό γενετήσιο προσανατολισμό, αλλά οι πολιτικές που έχουν επιλέξει οι πλειοψηφούσες δυνάμεις.

Η λύση στα προβλήματα του δεν είναι η μισαλλοδοξία που τροφοδοτούν οι ξενοφοβικές ακροδεξιές δυνάμεις εκμεταλλευόμενες την υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου για να αναρριχηθούν σε αξιώματα που θα τους επιτρέψουν να διαδραματίσουν ρόλο στη διαμόρφωση είτε της εθνικής, είτε της ευρωπαϊκής πολιτικής σύμφωνα με τις δικές τους αντιλήψεις.

Η ανθρωπότητα διδασκόμενη από το παρελθόν έχει εξοπλιστεί κατά των φαινομένων του ρατσισμού αναγνωρίζοντας ως θεμελιώδη τα δικαιώματα της ανθρώπινης ελευθερίας και αξιοπρέπειας και τις αρχές της δίκαιης και ίσης μεταχείρισης.

Κατοχύρωσε τα δικαιώματα αυτά με την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ο.Η.Ε, με το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, με το Διεθνές Σύμφωνο για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα, με τη Διεθνή Σύμβαση «περί καταργήσεως πάσης μορφής φυλετικών διακρίσεων», με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και με τη Συνταγματική κατοχύρωση των αρχών αυτών από τα συντάγματα των κρατών. Είναι ευθύνη όλων μας να διασφαλίσουμε αυτά τα κεκτημένα τα οποία θα πρέπει να είναι αδιαπραγμάτευτα, με κοινωνική ενότητα και προοδευτικό πρόσημο και να απαιτήσουμε την κοινωνική μας ευημερία που θα ερίζεται σε πολιτικές επιλογές που θα χωρούν όλοι ισότιμα.

Είναι ευθύνη όλων μας και ιδιαίτερα για όσους από εμάς βρισκόμαστε σε ηγετικές συνδικαλιστικές θέσεις να ενημερώνουμε τους εργαζόμενους είτε με συζητήσεις στους χώρους δουλειάς, είτε με εκδηλώσεις σαν τη σημερινή και να αποκαλύπτουμε την βίαιη παραποίηση της αλήθειας από την ξενοφοβική ακροδεξιά προπαγάνδα.

Κλείνοντας, πιστεύω ότι ο στόχος του συνδικαλιστικού κινήματος και της κοινωνίας θα πρέπει να είναι όπως έχω είδη περιγράψει η απαίτηση από τις πολιτικές ηγεσίες ώστε να υιοθετούν πολιτικές επιλογές που θα αντιμετωπίζουν τον άνθρωπο και την ευδαιμονία του ως σκοπό της ύπαρξης τους.

Μανώλης Χαρατσής, εκπρόσωπος ΕΣΚ

Ρατσισμός, Φασισμός, Ναζισμός, το ιδεολογικό όπλο της αστικής τάξης

Ένα ιδεολογικό κατασκεύασμα σε φύλλο της εφημερίδας της «Χρυσής Αυγής» με τίτλο «Ανθρωπιστές και ρατσιστές» επιχειρεί να ντύσει με ένα δήθεν επιστημονικό περιτύλιγμα τον ρατσισμό της ναζιστικής οργάνωσης.

Τέτοιες προσπάθειες δεν αποτελούν φυσικά κάτι το καινοφανές στην ιστορία των αντεπαναστατικών αυτών συμμοριών του κεφαλαίου. Πάντα βρίσκονταν, ιδιαίτερα σε χρονικές περιόδους που οι δυνάμεις αυτές σπρώχνονταν από τους πάτρωνές τους από το περιθώριο προς το προσκήνιο της πολιτικής ζωής, εξυπηρετικοί «διανοούμενοι», πρόθυμοι να στολίσουν με την γραφίδα τους την εγκληματική δράση του φασισμού. Πρέπει βέβαια να είναι καθαρό ότι η εθνική σοβινιστική ιδεολογία, ο αντισημιτισμός και οι ρατσιστικές θεωρίες είναι όλες δανεισμένες από το οπλοστάσιο των αστικών συντηρητικών και αντιδραστικών κομμάτων, συνδέονται με χίλια νήματα με την κυρίαρχη αστική ιδεολογία σε κάθε χώρα.

Δεν αποτελούν, όπως προσπαθεί να πείσει η ΧΑ, αντισυστημικές θεωρίες που βρίσκονται δήθεν υπό διωγμό από τις κυρίαρχες σήμερα δυνάμεις.

Βάση της φασιστικής ιδεολογίας αποτελεί η αποδοχή του φυλετισμού (ρατσισμού) και η προσπάθεια μιας δήθεν επιστημονικής θεμελίωσής του. Η επικέντρωση στην έννοια της φυλής ως «το σύνολο των ανθρώπων που συνδέονται μεταξύ τους δια συγγένειας» αίματος – κοινής καταγωγής και «διαθέτουν όμοια σωματικά και ψυχικά χαρακτηριστικά τα οποία κληρονομούνται στους απογόνους τους» αποκαλύπτει εξαρχής τη σαθρότητα του ιδεολογικού κατασκευάσματος που προσπαθεί να ορθώσει η ΧΑ.

Καταρχάς, η ίδια η έννοια της «λευκής φυλής» (που οι ναζιστικοί επίγονοι θεωρούν ανώτερη όλων των άλλων φυλών) είναι επιστημονικά αδόκιμη. Με περιορισμένες μόνο πιθανότητες μπορεί να εικάσει και να χαρακτηρίσει την προγονική προέλευση και καταγωγή ενός ανθρώπου. Στην καλύτερη των περιπτώσεων, με τις σύγχρονες μοριακές μεθόδους της βιολογίας μπορούν να εντοπιστούν κάποιες μεταλλάξεις στο γονότυπο ενός ανθρώπου, επιτρέποντας μια γενική και ομιχλώδη παρακολούθηση της διασποράς τους στον πληθυσμό κάθε γεωγραφικής περιοχής.

Μιλώντας με ποσοστά και λαμβάνοντας υπ’ όψιν την επιμιξία (ακόμα και σε φυλετικά ομόλογα άτομα) που έχει επέλθει μέσα σε βάθος έστω και 5 γενεών, είναι πρακτικά αδύνατο να υπολογιστεί με την καθαρότητα που χρειάζεται νομικά, ηθικά αλλά πάνω από όλα πρακτικά μια τέτοια κατηγοριοποίηση.

Κοινώς, η έννοια «φυλή» δεν έχει καμιά βιολογική ή βιοχημική υπόσταση και τα περί «καθαρότητας του αίματος» αποτελούν επικίνδυνα παραμύθια.

Οι ρατσιστικές ψευτο-θεωρίες προβάλλουν ως «φυσικό νόμο» την ανισότητα μεταξύ των φυλών και την πρωτοκαθεδρία της «λευκής» φυλής, στη βάση κάποιων ιδιαίτερων εσωτερικών, «πνευματικών χαρακτηριστικών» της που της επιτρέπουν «να αφομοιώνει ή να δημιουργεί πολιτισμό», ανώτερο από αυτόν των άλλων φυλών.

Είναι εξόχως αποκαλυπτικό ότι τούτα τα υποτιθέμενα χαρακτηριστικά κρατιούνται επιμελώς μυστηριακά, παραπέμπουν την αδιαμόρφωτη σκέψη στα εμποτισμένα από αιώνες αστικής προπαγάνδας τετριμμένα περί «δαιμόνιου της φυλής», περί «καπατσοσύνης του Έλληνα», κτλ.

Πρέπει να τονίσουμε ότι δεν υπάρχει η παραμικρή επιστημονική απόδειξη ότι το γενετικό υλικό (DNA) καθορίζει την «εσωτερική ανθρώπινη φύση», τον ανθρώπινο ψυχισμό, ή ότι κληρονομούνται τα κοινωνικά, πολιτιστικά χαρακτηριστικά ενός έθνους ή λαού ή τα πνευματικά χαρακτηριστικά του ανθρώπου.

Η προβολή του «ελληνικού πολιτισμού» ως «μέγα εμπνευστή και οδηγού όλων των υπόλοιπων πολιτισμών ανά τον κόσμο» όχι μόνο διαστρεβλώνει την ιστορική πραγματικότητα, σπρώχνοντας κάτω από το χαλί αρχαιότερους πολιτισμούς, αλλά θέτει την ιστορική ανάπτυξη στο χώρο και το χρόνο με το κεφάλι κάτω.

Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, είναι το Πνεύμα (ο «Δημιουργός», η «Μητέρα Φύση», τα πνευματικά χαρακτηριστικά της λευκής φυλής) που δημιουργούν την Υλική αντικειμενική πραγματικότητα, τον ανθρώπινο πολιτισμό και όχι το αντίστροφο: οι συνθήκες της υλικής ζωής, της κοινωνίας που διαμορφώνουν και το πνευματικό της εποικοδόμημα.

Ο ιδεαλισμός σε όλο του το μεγαλείο!

Δεν θα μπορούσαμε να περιμένουμε τίποτα περισσότερο από συνειδητούς εκπροσώπους του κεφαλαίου στην εποχή του μονοπωλιακού καπιταλισμού, του ιμπεριαλισμού.

Η προσπάθεια του ναζιστή αρθρογράφου να αποσυνδέσει τη ρατσιστική θεωρία περί ανισότητας των φυλών από τις πρακτικές καταπίεσης και εξαφάνισης των «κατώτερων πολιτισμικά φυλών» γίνεται για να ριχτεί στάχτη στα ματιά. Η μακρόχρονη διαδρομή των εθνικιστικών – ρατσιστικών θεωριών αποκαλύπτει ότι αυτές λειτούργησαν πάντοτε ως το ιδεολογικό προκάλυμμα της μπότας των καπιταλιστικών συμφερόντων.

Τα ιδεολογήματα περί των φυλετικών διακρίσεων «ως μέτρα προστασίας των φυλών», είτε στρέφονταν προς το εσωτερικό της χώρας (Εβραίοι, Τσιγγάνοι, κτλ), είτε προς το εξωτερικό (Σλάβοι «υπάνθρωποι, κτλ), εξυπηρέτησαν τον στόχο τσακίσματος του εργατικού κινήματος και επέκτασης της σφαίρας δράσης των μονοπωλιακών ομίλων.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ιστορικά άνθισαν οι ρατσιστικές αντιλήψεις στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και προσπαθώντας να εδραιωθούν ψευτοεπιστημονικά αξιοποίησαν τη θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου, πρώτα απ’ όλα στα καπιταλιστικά κράτη που είχαν αποικίες (με προεξέχουσα την Μ. Βρετανία), θέλοντας έτσι να δώσουν θεωρητικό περίβλημα στην αποικιακή τους πολιτική.

Στις ακρότατες εκδοχές τους οδήγησαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και καταναγκαστικής εργασίας της ναζιστικής Γερμανίας.

Άνοιξαν το δρόμο στην πρακτική εφαρμογή της ευγονικής (η εφαρμογή της οποίας προωθούνταν και σε καπιταλιστικά κράτη όπως οι ΗΠΑ) της προσπάθειας δηλαδή απαγόρευσης της αναπαραγωγής σε «ακατάλληλα» άτομα (επιληπτικούς, πνευματικά υστερούντες, παρανοϊκούς και αλκοολικούς, της «λευκής» μάλιστα φυλής), επιτυγχάνοντας υποτίθεται κατ’ αυτόν τον τρόπο μια εξέλιξη στο είδος, εξαλείφοντας στο μέλλον τις μάστιγες που ταλανίζουν τη «φυλή».

Στην περίπτωση της ναζιστικής Γερμανίας, η θηριωδία της ευγονικής κόστισε επισήμως τη ζωή 70.273 ανθρώπων, με εκτίμηση ότι οι πραγματικοί αριθμοί ξεπερνάνε τις 200.000 (μεταξύ αυτών 5.000 παιδιών), μέσω του προγράμματος Aktion T4 που οργανώθηκε από τον προσωπικό γιατρό του Χίτλερ, Karl Brandt, με επικεφαλής τον Phillip Boulcher.

Εκτός των θανάτων καταγράφηκαν και πάνω από 400.000 αναγκαστικές στειρώσεις «ακαταλλήλων» μεταξύ του 1934 και 1937, συμπεριλαμβανομένων σε αυτές και 4.000 περιπτώσεων τυφλότητας και κωφότητας.

Βεβαίως τόσο ο εθνικισμός όσο και ο φυλετισμός όταν προσπαθούν να εμφανισθούν με την απόλυτη και καθαρή τους μορφή, σε πλήρη αντίθεση με τον αστικό κοσμοπολιτισμό και πολυπολιτισμό (γιατί συνήθως αυτά εναλλάσσονται στην αστική αντίληψη και πρακτική) έχουν ένα πρόβλημα συνέπειας.

Πάντα υπάρχουν κάποιοι που θεωρούν τον εαυτό τους ανώτερους από τους άλλους. Έτσι οι Γερμανοί, Βρετανοί, Σουηδοί , Φινλανδοί ναζί μπορούν να θεωρούν κατώτερους τους «νότιους Ευρωπαίους» που έχουν σχετικά πιο καθυστερημένη οικονομική ανάπτυξη, είναι τεμπέληδες και βεβαίως πιο «μπασταρδεμένο» αίμα με άλλες φυλές (Άραβες, Τούρκοι, Σλάβοι κ.λ.π.).

Έτσι βλέπουμε επιθέσεις νεοναζί σε αυτές τις χώρες σε μετανάστες ελληνικής καταγωγής ακόμα και δολοφονίες.

Ποιοι ναζί έχουν δίκιο, οι Έλληνες ή οι βορειοευρωπαίοι σύντροφοί τους;

Η προσπάθεια να στολιστούν οι ρατσιστικές θεωρίες του φασισμού με ωραίες φράσεις αποτελούν ακριβώς αντανάκλαση της τραγικής ιστορικής εμπειρίας που έχει ζήσει στα χέρια του η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα.

Η συστηματική αποκάλυψη των ψευτο-ιδεολογημάτων των σύγχρονων επιγόνων αποτελεί καθήκον του κάθε συνειδητού εργαζόμενου.

Η πραγματικότητα του φασισμού είναι η βίαιη προσπάθεια του καπιταλισμού που σαπίζει να περιορίσει με τη δύναμη τις αυξανόμενες αντιθέσεις της ανάπτυξής του, να φρενάρει τη ριζοσπαστικοποίηση, να νικήσει την προλεταριακή επανάσταση.

Όλα τα υπόλοιπα αποτελούν στολίδια και σκηνοθεσίες, συνειδητά ή ασυνείδητα, προκειμένου να συγκαλύψουν και να κάνουν εμφανίσιμο ή ελκτικό το βασικό αυτόν αντιδραστικό σκοπό, ο οποίος δεν μπορεί να ειπωθεί ανοιχτά δίχως να υπονομευτεί η στόχευσή του.

Η ναζιστική τρομοκρατία και το έγκλημα είναι σύμφυτα με τη «θεωρία» του ναζισμού.

Με τους τρόπους αυτούς, ο ναζισμός επιδιώκει όχι μόνο να φοβίσει απλό κόσμο, αλλά και να καθυποτάξει, να κερδίσει δηλαδή με την τρομοκρατία, τις απειλές και το έγκλημα. Να αναγκάζει, δηλαδή, ορισμένους να τους στηρίζουν, να βλέπουν και να μην τολμούν να τους αποκαλύψουν, να μη μιλούν, να ξεχνούν την ιστορία του λαού, τον ανθρωπισμό.

Αξιοποιεί για όλα αυτά και λούμπεν στοιχεία, δεμένα με τον υπόκοσμο. Έτσι έκανε πάντα ο φασισμός – ναζισμός, ακόμα και το παρακράτος, έτσι κάνουν και σήμερα. Όλες αυτές τις εγκληματικές πράξεις προσπάθησε η ΧΑ να καλύψει με τη δήθεν αλληλεγγύη στους φτωχούς και ανήμπορους.

Τελικά, δεν είναι γενικά η κρίση και η ανεργία που γεννά το φασισμό – ναζισμό. Δε γεννιέται δηλαδή μόνος του και «αυθόρμητα» έξω από το καπιταλιστικό σύστημα. Για την άνοδό του εκμεταλλεύεται τη φτώχεια που γεννά η κρίση, όμως το δυνάμωμα του και ιδιαίτερα η δυνατότητα ανόδου του στην εξουσία είναι επιλογή των μονοπωλίων.

Εκφράζει το κεφάλαιο ή τμήματά του σε ορισμένες φάσεις και τα συμφέροντα της αστικής τάξης και επιλέγεται από αυτήν ακόμα και να πάρει την εξουσία όταν εκτιμήσουν τα μονοπώλια ότι είναι απαραίτητο.

Συνδέεται με το αστικό κράτος και αξιοποιείται από την αστική τάξη σε κρίσιμες στιγμές της λαϊκής πάλης. Έτσι έγινε ιστορικά παντού σε όλες τις χώρες την περίοδο του μεσοπολέμου, αλλά και μετά τον πόλεμο.

Τι έγινε στην Ελλάδα και δυνάμωσε η επιρροή της ΧΑ

Σε συνθήκες οικονομικής κρίσης η αστική τάξη και το κράτος δυνάμωσαν τα αντιλαϊκά μέτρα, την καταστολή του λαϊκού κινήματος και τη δυσφήμισή του και άφησαν στο απυρόβλητο τις «ιδέες» και τη δράση της ΧΑ, η οποία εξαπέλυε επιθέσεις ενάντια σε μετανάστες και τις απεργίες, ιδιαίτερα των ταξικών σωματείων. Γενικά, τμήματα της αστικής τάξης και αστοί και επιχειρηματίες τη στήριζαν, την αξιοποιούσαν για να χτυπηθεί, να δυσφημιστεί το εργατικό κίνημα, ριζοσπαστικές οργανώσεις..

Οι κυβερνήσεις «επένδυσαν» στη λογική να αντιμετωπιστούν τα λεγόμενα «άκρα». Θεωρία όχι μόνο ανυπόστατη, αλλά στην ουσία με αυτήν καλλιεργήθηκε στο λαό ανοχή, αποδοχή της ΧΑ.

Η δρομολόγηση των τελευταίων μέτρων αποδεικνύει ότι υπάρχει φυσικά το ποινικό πλαίσιο αντιμετώπισης της εγκληματικής δράσης της ΧΑ και έπρεπε να έχουν παρθεί πιο πριν μέτρα για την εγκληματική της δράση.

Για τη δρομολόγησή τους έπαιξαν ρόλο η λαϊκή κατακραυγή, οι παρεμβάσεις του λαϊκού κινήματος. Η άνοδος της δράσης για την απομόνωση της ΧΑ από συνδικάτα – μαζικούς φορείς και στα σχολεία. Η ίδια η αστική τάξη και για λόγους εκλογικού συσχετισμού, φαίνεται στηρίζει την επιλογή της κυβέρνησης σήμερα απέναντι στη ΧΑ. Υπήρξαν φυσικά και σίγουρα θα υπάρχουν απόψεις αστών για να γίνει πιο ήρεμο το αιμοσταγές θηρίο της ΧΑ. Από μια άποψη αυτά αποδεικνύουν ότι η άνοδος ή καλύτερα, η επέκταση των φασιστικών οργανώσεων, σχετίζεται και με το ρόλο που τους επιφυλάσσει το καπιταλιστικό σύστημα σε κάθε φάση, ως δύναμη του κεφαλαίου, άλλοτε ως φόβητρο ή ομάδα κρούσης ακόμα και για την εξουσία αν της είναι απαραίτητη.

Το ναζισμό – φασισμό θα ξεριζώσει η συμμαχία της εργατικής τάξης με τους αυτοαπασχολούμενους, μικρούς ΕΒΕ και τη φτωχή αγροτιά, η αντικαπιταλιστική – αντιμονοπωλιακή πάλη και συσπείρωση του λαού με στόχο την ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων για την εργατική – λαϊκή εξουσία.

Αυτή η γραμμή και οργάνωση της λαϊκής συμμαχίας και λαϊκής πάλης απαντάει στην ουσία της πολιτικής και του χαρακτήρα της ΧΑ.

Απαντάει στη θεωρία του φασισμού – ναζισμού και τη δημαγωγία του ότι οι μικροί ιδιοκτήτες μαζί με την καπιταλιστική ιδιοκτησία θα οργανώσουν την καπιταλιστική παραγωγή και το αστικό κράτος βασισμένοι στον εθνικισμό, τον αντικομμουνισμό, το ρατσισμό και αντισημιτισμό και ό,τι άλλο απάνθρωπο έχει γεννήσει το σάπιο σύστημα και η αστική τάξη, που σήμερα έχει εξ ολοκλήρου αντιδραστικοποιηθεί. Γιατί ο φασισμός – ναζισμός δεν οφείλεται σε εξωγενείς παράγοντες του συστήματος. Θρέφονται, αναπτύσσονται, γεννιούνται απ’ αυτό. Αυτή η λαϊκή συμμαχία είναι υπέρ των μικρών ΕΒΕ και της αγροτιάς και όχι το αντιδραστικό πλαίσιο, οι στόχοι της και η εγκληματική δράση της ΧΑ.

Αυτή η συμμαχία έχει όχι μόνο δικαίωμα να αγωνίζεται σήμερα ενάντια στο φασισμό – ναζισμό, αλλά και την επιδίωξη η πλειοψηφία του λαού να ενστερνιστεί τους στόχους της, να αλλάξει θεσμούς και το σύστημα που τη γεννά.

Οι θεωρίες που δείχνουν ανοχή γενικά στην πάλη, αλλά όχι αλλαγή του συστήματος που γεννά το φασισμό, όχι μόνο περιορίζουν, αλλά εγκλωβίζουν, διαιωνίζουν τους κινδύνους του φασισμού – ναζισμού.

Η θεωρία των «δύο άκρων» των κυβερνησεων πρέπει αποφασιστικά να απορριφθεί από το λαό.

Γι’ αυτό ο λαός όχι μόνο να οργανώσει ΤΩΡΑ την πάλη του αλλά να μη δείξει καμιά αναμονή στο όνομα του ότι η κυβέρνηση παίρνει μέτρα. Και το κίνημα να μην υποστείλει τον αγώνα. Αυτό βγαίνει από την ιστορική πείρα και για σήμερα

Η λαϊκή συμμαχία δίνει τη λύση αντιμετώπισης του φασισμού – ναζισμού.

Δεν είναι δυνατό σήμερα να μιλάς να ξεριζωθεί ο ναζισμός – φασισμός και να μην παλεύεις ενάντια στα μονοπώλια που τον γεννούν και τον θρέφουν, την ΕΕ, την εξουσία τους.

Η συζήτηση και οργάνωση, η λαϊκή συμμαχία, μπορεί στην κυριολεξία να τσακίσει το φασισμό – ναζισμό. Με λίγα λόγια, χρειάζεται εργατικό κίνημα, ανασυνταγμένο, μαζικό, με ανατρεπτική γραμμή ρήξης με την εξουσία των μονοπωλίων.

Αυτό το κίνημα σε συμμαχία με τη φτωχή αγροτιά και τους μικρούς ΕΒΕ μπορεί να αντιμετωπίσει νικηφόρα το φασισμό – ναζισμό.

Ο λαός τελικά πρέπει να βάλει τη δική του σφραγίδα. Δεν αρκούν γι’ αυτό μόνο τα μέτρα τα οποία πρέπει να παρθούν για την εγκληματική δράση του φασισμού – ναζισμού. Η οργανωμένη μαζική πάλη του λαού μπορεί να βάλει τέρμα στη δράση και την ύπαρξή του.

Είναι καθήκον όλων, ιδιαίτερα για τη νέα γενιά να μάθει την ιστορία, την πραγματικότητα για το τέρας του φασισμού – ναζισμού. Κανένας γονιός και μάνα δεν πρέπει να αδιαφορήσει απέναντι στο φαρμάκι του ναζισμού που διοχετεύουν στα παιδιά μας.

Ιδιαίτερα στα σχολεία οι εκπαιδευτικοί, οι επιστήμονες, οι καλλιτέχνες πλατιά μέσα στο λαό, στην κυριολεξία να στρατευτούν στο πλάι του αγωνιζόμενου λαού, να συμβάλουν στην πάλη και να εμπνεύσουν.

Για να σημάνει ανάταση για τον καταπιεσμένο και καταπικραμένο λαό. Να σπάσει τα δεσμά των μονοπωλίων, της εξουσίας τους, να διαλύσει τα σκοτάδια του φασισμού – ναζισμού.

Μανώλης Μαστοράκης, μέλος ΣΕΚΕΣ

Συνάδελφοι Πέρα από όλα τα άλλα και πάνω από όλα χρέος του συνδικαλιστικού κινήματος είναι να ποιεί ήθος και να διαμορφώνει συνειδήσεις όσο αυτό είναι εφικτό,για αυτό το λόγο οφείλουμε να δώσουμε ένα μεγάλο μπράβο στο συνδικάτο της ΕΥΔΑΠ, που ομόφωνα αποφάσισε και διοργάνωσε την σημερινή εκδήλωση ενάντια στην ξενοφοβία και το ρατσισμό και παράλληλα απέναντι στον φασισμό μια από τι γενεσιουργές αιτίες των δυο πρώτων,

ένα συνδικάτο του ευρύτερου δημοσιου τομέα που κατά καιρούς κατηγορείτε ως εργατική αριστοκρατία και όμως το να παίρνει τέτοιες πρωτοβουλίες αν μη τι άλλο είναι ένα προχώρημα προς τα εμπρός

Θα φύγω από τα τετριμμένα και θα σας πω μερικές ιστορίες και πως από την πλευρά μου αντιλαμβάνομαι το σημερινό θέμα

Η κηδεία έγινε καταμεσής του πελάγους. «Ενα παιδάκι από τα Καρδάμυλα ξεψύχησε. Ενας παπάς που ήταν πάνω στο καράβι τού διάβασε μια νεκρώσιμη ευχή και κατόπιν το πτώμα του ρίχθηκε στη θάλασσα…»

Ηταν Μεγάλη Πέμπτη, 2 Απριλίου 1942, όταν μια μεγάλη ομάδα Χιωτών έφυγε νύχτα για την Τουρκία με βάρκες. Ο πόλεμος και η πείνα τούς εξώθησαν σε φυγή «απέναντι» και από εκεί για τη Μέση Ανατολή.

Φθάνοντας στις τουρκικές ακτές στη Σμύρνη, οι τουρκικές αρχές τούς έβαλαν σε ένα λαθρεμπορικό καράβι με προορισμό την Κύπρο. Τριακόσια άτομα για πέντε ολόκληρα μερόνυχτα έπλεαν κάτω από δύσκολες συνθήκες προς το νησί της Αφροδίτης.

Πόσα άλλα παιδιά και πόσοι μεγαλύτεροι πέθαναν ή πνίγηκαν σε τέτοια ταξίδια απελπισίας;

Εβδομήντα πέντε χρόνια μετά, σαν να μην άλλαξε τίποτα. Οι μαρτυρίες Ελλήνων οι οποίοι βίωσαν το δράμα της προσφυγιάς, καθώς αναγκάζονταν να εγκαταλείψουν τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου για να σωθούν, δεν διαφέρουν από αυτά που ζούμε, αντιστρόφως σήμερα, στις ίδιες θάλασσες, με θύματα πρόσφυγες και μετανάστες από περιοχές που την εποχή εκείνη βρέθηκαν σε ρόλο «οικοδεσπότη», όπως η Ελλάδα τώρα.

Στο βιβλίο «Τα παιδιά του Οδυσσέα» του αναπληρωτή καθηγητή Ιστορίας του ΑΠΘ κ. Ιάκωβου Μιχαηλίδη, συνθέτουν την εικόνα μιας τραγωδίας, με βάρκες, λαθρεμπόρους, μπαξίσια, ναυάγια, πείνα και θάνατο, πολύ θάνατο.

Ο Γιώργος Μαραβέλης από την Καλλιμασιά της Χίου περιέγραψε αργότερα την περιπέτειά του. «Ξεκινήσαμε από το Βότοπο με τα τρία παιδιά και τη γυναίκα μου. Η βάρκα του Μπελλέ ήταν γεμάτη. Για εισιτήρια του έδωκα τα σπαρμένα χωράφια που κρατούσα.

Μόλις βγήκαμε στην Τουρκία σ’ ένα παραθαλάσσιο σημείο, ήρθαν άλλες τρεις βάρκες με κόσμο. Εκεί μας πήραν μυρωδιά οι Τούρκοι. Φώναξαν τους βαρκάρηδες, τους έβγαλαν τα παπούτσια και τους χτυπούσαν στις πατούσες

“Φτάνει πια”, φώναζαν οι βαρκάρηδες. Τους ακούγαμε. Οι Τούρκοι μάς ξανάβαλαν στις βάρκες για να γυρίσουμε πίσω. Ευτυχώς εκείνη τη νύχτα ήταν μπουνάτσα. Το νερό ήταν τέσσερα δάχτυλα κάτω απ’ τη βάρκα. Και λίγο κύμα να ‘χε θα πνιγόμαστε. Εβγήκαμε πίσω στο νησί, βρεγμένοι έως τα μπούνια και ήρθαμε με τα πόδια στο χωριό. Η πείνα όμως ήταν αβάσταγη. Γι’ αυτό έκαμα και δεύτερη απόπειρα. Επλέρωσα το βαρκάρη και του ‘πα “να με πας να με ‘φήκεις, όσο πιο μακριά μπορείς”. Νύχτα πάλι φτάσαμε σ’ ένα μέρος. Μισοκολύμπησα, έβαλα στον ώμο έναν έναν τους άλλους και τους ήβγαλα στη στεριά. Το πρωί μας βρήκαν οι Τούρκοι, άλλα αυτή τη φορά δεν μας έστειλαν πίσω. Μείναμε έξι μήνες στην Τουρκία και από εκεί πήγαμε στη Συρία και στη συνέχεια στο Κονγκό».

Ο Χρήστος Κάργας από τα Θυμιανά της Χίου αφηγήθηκε την τραγική ιστορία της οικογένειάς του. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του, οι γονείς του και τα δυο μικρά του αδέλφια από τη Σμύρνη, όπου είχαν καταφύγει με βάρκες, πλήρωσαν και μπήκαν σε ένα καράβι με προορισμό την Κύπρο. Ομως το καράβι προσέκρουσε σε ξέρα και βυθίστηκε, με αποτέλεσμα να πνιγούν και τα τέσσερα μέλη της οικογένειάς του. Μαζί τους επέβαιναν και πάνω από εκατό άλλοι πρόσφυγες

Το σημερινό δρομολόγιο προσφυγιάς είναι Τουρκία – Ελλάδα. Το 1942 ήταν ακριβώς το αντίθετο, Ελλάδα – Τουρκία, και αυτό με διακινητές, βάρκες, μπαξίσια, ναυάγια, πείνα και θάνατο, πολύ θάνατο.

Συνάδελφοι πόσοι από εμάς θυμόμαστε σήμερα την εικόνα του μικρού Αϊλάν Κουρντί είναι το αγόρι που βρέθηκε πνιγμένο στα παράλια της Αλικαρνασσού είναι το αγόρι που έγινε πρωτοσέλιδο και όλοι έτρεξαν να κλάψουν πάνω από το άψυχο κορμάκι του πόσοι αλήθεια το θυμόμαστε

Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η ΤτΕ, ο αριθμός των μονίμως εξερχόμενων Ελλήνων ηλικίας 15-64 ετών, από το 2008 μέχρι σήμερα, ξεπερνά τις 427.000. «Το 2013, παρατηρούμε τριπλασιασμό του μέσου όρου από το 2008 και οι μετανάστες ξεπερνούν τις 100.000 άτομα, ενώ σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις το φαινόμενο συνεχίζεται με αδιάπτωτη ένταση το 2014 και οξύνεται περαιτέρω το πρώτο εξάμηνο του 2015».

Το μόνο βέβαιο συνάδελφοι είναι ότι ζούμε την τρίτη μαζική μετανάστευση που γνωρίζει η χώρα.

Τώρα ως κομουνιστής πρέπει να πω κάποια πράγματα που αφορούν και το δικό μας σημερινό πολιτικό σύστημα και πως αυτό το σημερινό αστικό κράτος δεν παρεμβαίνει σε αυτά τα θέματα η παρεμβαίνει προς την αντίθετη κατεύθυνση

Αν ήταν οι νόμοι του αστικού κράτους που θα έβαζαν τέλος στο ρατσισμό, στην ξενοφοβία και στο φασισμό, τότε πώς εξηγείται ότι παρά το νόμο που υπάρχει εδώ και χρόνια στην Ουγγαρία εναντίον όσων αρνούνται το «Ολοκαύτωμα», το ακροδεξιό, αντισημιτικό κόμμα «Γιόμπικ» κατέχει με 17% την τρίτη θέση στο αστικό κοινοβούλιο της χώρας;

Αν είναι οι νόμοι του αστικού κράτους που θα μας προφυλάξουν από το ναζισμό, τότε πώς εξηγείται ότι παρά την απαγόρευση του ναζιστικού κόμματος στη Γερμανία, στη χώρα, πέρα από τα φιλοναζιστικά κόμματα και οργανώσεις, υπάρχει και μια πανσπερμία νεοναζιστικών συμμοριών που δρουν απροκάλυπτα και ότι μόνο το 2012 τα εγκλήματα ρατσιστικού χαρακτήρα έφτασαν τα 17.600;

Αν ήταν οι νόμοι του αστικού κράτους που ορίζοντας το «ορθόν» της ανάγνωσης της Ιστορίας δημιουργούν το ασφαλές περιβάλλον καταπολέμησης της μισαλλοδοξίας και του μισανθρωπισμού, τότε πώς εξηγείται ότι στη Γαλλίαόπου υπάρχει τέτοιος νόμος, ο οποίος καταδικάζει όποιον αρνείται τη γενοκτονία των Αρμενίων, εντούτοις το φασιστικό κόμμα της Λεπέν έρχεται δεύτερο στις δημοσκοπήσεις;

Αν οι πολυδιαφημισμένες «δημοκρατικές ευαισθησίες» της ΕΕ έβαζαν φρένο στο φασισμό και στο ρατσισμό, τότε πώς εξηγείται στα μισά κράτη – μέλη της να παρατηρείται ενίσχυση της ακροδεξιάς και να συγκυβερνούν φασιστικά ή κρυφοφασιστικά κόμματα και πολιτικά πρόσωπα;Αυτή είναι η υποκριτική τακτική του αστικού κράτους να επιδεικνύει «δημοκρατικούς» φερετζέδες κατά του φασισμού

– όταν αυτό το κράτος είναι που ως κράτος των μονοπωλίων γεννά, τρέφει και εκτρέφει το ναζισμό, το φασισμό, το ρατσισμό, την ξενοβαφία -είναι τόσο παλιά και κυρίως τόσο επικίνδυνη όσο και εκείνο το άρθρο στο ρωσικό αστικό κώδικα του 1894 που αναφερόταν στη διάπλαση των παίδων και έλεγε:

«Κατά την ανατροφή στο σπίτι οι γονείς πρέπει να προσπαθούν να διαμορφώσουν το ήθος τους (των παιδιών) σύμφωνα με τις απόψεις της κυβέρνησης»…

Αν κάποιος είναι αμαθής ή ημιμαθής και δε γνωρίζει τι συμβολίζει η σβάστικα, ή, ακόμα χειρότερα, αν είναι φασισταράς και ναζισταράς και εξυμνεί τα Αουσβιτς, όπως κάνουν χρυσαυγίτες βουλευτές, δεν είναι η απαγόρευση της σβάστικας που θα σώσει την κοινωνία από τον ολοκληρωτισμό.

Για παράδειγμα:

Αν αρνείται κάποιος σήμερα το Ολοκαύτωμα είναι είτε ηλίθιος, είτε φασίστας. Αλλά αφενός η βλακεία δεν αντιμετωπίζεται διά νόμου. Αφετέρου είναι επίσης φασισμός να λες στον οποιονδήποτε ότι θα έχει αυτή και όχι την άλλη συνείδηση, ότι θα έχει αυτή και όχι την άλλη γνώμη, ότι θα έχει τη μια και μόνη εγκεκριμένη άποψη, αυτή που εσύ (είτε λέγεσαι κράτος, είτε λέγεσαι ιστορική «αυθεντία») του προσφέρεις και του επιτρέπεις να έχει.

το οικονομικό και πολιτικό σύστημα που εκτρέφει το φασισμό και το ρατσισμό, δεν πρόκειται να καταπολεμήσει ποτέ την αιτία που δημιουργεί το πρόβλημα διότι σε αυτή την περίπτωση θα έπρεπε να αυταπατάται κανείς ότι το σύστημα θα στραφεί ενάντια στον ίδιο τον εαυτό του.

Στην πραγματικότητα, αυτό που συμβαίνει και έχει ιστορικά αποδειχτεί είναι ότι όλες σχεδόν οι απαλλοτριώσεις δικαιωμάτων ξεκινούν από απαγορεύσεις που επιβάλλονται εναντίον εκείνου που φαντάζει εξόφθαλμο. Και επιλέγεται να γίνει η αρχή από το εξόφθαλμο, επειδή η κοινή γνώμη είναι ευκολότερο να κάνει αποδεκτή την απαγόρευση του εξόφθαλμου.

Προφανώς και ο ρατσισμός αποτελεί μια τέτοια εξόφθαλμα αντιδραστική τοποθέτηση, δηλωτική μιας αντιδραστικής, εγκληματικής «ιδεολογίας».

Ας θυμηθούμε, για παράδειγμα, εκείνο τον γνωστό αστό πολιτικό που διακήρυττε στην ελληνική μετεμφυλιακή Βουλή ότι «ο κομμουνισμός πρέπει να διώκεται όχι μόνο ως πράξη αλλά και ως σκέψη γιατί όποιος σκέφτεται κομμουνιστικά κάποια στιγμή θα δράσει κιόλας». Λίγο μετά ήρθε η χούντα των συνταγματαρχών… Δυστυχώς εν έτη 2017 ξανακουστήκαν τέτοιες κουβέντες και από σημερινό Αστό πολιτικό

ποιος μπορεί σήμερα να ισχυριστεί ότι η Ελλάδα είναι «ανεξάρτητη» από τον ιμπεριαλιστικό ιδεολογικό Προκρούστη,που κατά την τρέχουσα πολιτική αντεπαναστατική συγκυρία εκδίδει στο Ευρωκοινοβούλιο ψηφίσματα καταδίκης της κομμουνιστικής ιδεολογίας (26/10/2006), ψηφίζει νόμο στην Εσθονία που επιφέρει ποινή τριετούς φυλάκισης για τη χρήση του σφυροδρέπανου, ψηφίζει νόμο στην Ουκρανία που επιβάλλει πρόστιμο σε όποιον δε συντάσσεται με την άποψη ότι ο λιμός στην Ουκρανία το 1932 ήταν «γενοκτονία από την ΕΣΣΔ»;

1) Ο ανθρωπισμός, ο ουμανισμός, η δημοκρατία, αυτά είναι τα πρόσημα των κομμουνιστών.

2) Ακριβώς επειδή οι κομμουνιστές πατούν στη βάση της ταξικής ανάλυσης ποτέ ο ανθρωπισμός τους δεν διατρέχει τον κίνδυνο να οδηγηθεί από τον πραγματικό ουμανισμό στον «πλατωνικό» ουμανισμό.

Τουτέστιν:«Ο πραγματικός ουμανισμός, η αληθινή αγάπη των ανθρώπων, προϋποθέτουν το μίσος για τους εχθρούς της ανθρωπότητας» (Κάρολος Μαρξ) και επομένως ούτε στιγμή δεν ξεχνάμε:Ο φασισμός σκοτώνει!

Οι «ιδέες του» σκοτώνουν. Οι προτροπές του σκοτώνουν. Ο ουμανισμός και ο ανθρωπισμός των κομμουνιστών πολεμάνε όχι μόνο το έγκλημα του φασισμού, αλλά και την προτροπή για το έγκλημα.

Αυτός ο πόλεμος, ο ανειρήνευτος πόλεμος των κομμουνιστών ενάντια στο φασισμό, κάθε άλλο παρά θέτει σε αμφισβήτηση την περίφημη ελευθερία στη διακίνηση των ιδεών. Γιατί εδώ, στην περίπτωση του φασισμού, μιλάμε για τη διακίνηση – προτροπή της «ιδέας» του εγκλήματος.

Υπόλογο γι’ αυτή την «ιδέα», υπόλογο γι’ αυτό το έγκλημα, είναι το αστικό κράτος. Οι απαγορεύσεις του αστικού κράτους, στην ουσία, «νομιμοποιούν» και αναπαράγουν το φασισμό, μέσα από τη χρήση των μεθόδων του.

Και κάτι ακόμα:

Το αστικό κράτος (και για να μην ξεχνιόμαστε μιλάμε για το κράτος του Ξένιου… Δένδια, της Μανωλάδας και των στρατοπέδων συγκέντρωσης μεταναστών) τα hotspots ποιος, αλήθεια, το εμποδίζει να τσακίσει, να καταπολεμήσει και να τιμωρήσει αμείλικτα το φασιστικό, το ρατσιστικό, το θρησκευτικό έγκλημα και τους φορείς του;

Επιτρέψτε μου πριν ολοκληρώσω την τοποθέτηση μου να σας διαβάσω ένα γράμμα από τη Γερμανία ένα ανοιχτό γράμμα οργής από 265 Έλληνες μαθητές στη Γερμανία κατά της Χρυσής Αυγής. Διαβάστε για ποιο λόγο καταδικάζουν τη δράση της ακροδεξιάς παράταξης. Απευθύνουν κάλεσμα για αντίσταση κατά των νεοναζί

(Μόναχο, Στουτγάρδη, Φρανκφούρτη, Ντύσελντορφ, Κολώνια, Λεβερκούζεν, Μπόχουμ, Έσσεν, Γκέτερσλο)

Είμαστε Έλληνες μαθητές και μαθήτριες στη Γερμανία. Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε γεννηθεί εδώ. Οι οικογένειές μας αναγκάστηκαν εξαιτίας των δυσκολιών να μεταναστεύσουν τις προηγούμενες δεκαετίες στη Γερμανία, αλλά και τώρα εξαιτίας της κρίσης στην Ελλάδα.

Με αυτό μας το γράμμα θέλουμε να εκφράσουμε την οργή μας και την καταδίκη μας για τις επιθέσεις σε βάρος μεταναστών, εργαζομένων και συμμαθητών μας στην Ελλάδα από τους ναζιστές της Χρυσής Αυγής.

Σαν παιδιά μεταναστών στην Γερμανία γνωρίζουμε από πρώτο χέρι τι σημαίνει ρατσιστική βία, τι σημαίνει ναζισμός. Εμείς και οι οικογένειές μας έχουμε έρθει πολλές φορές αντιμέτωποι με τη δράση ναζιστικών οργανώσεων στη Γερμανία σαν τη Χρυσή Αυγή, που επιτίθενται στους ξένους εργάτες που ζουν και εργάζονται στη Γερμανία. Η ρατσιστική βία δεν ξεχωρίζει νόμιμους και παράνομους μετανάστες, έχει ένα και μόνο στόχο. Να διχάσει τους λαούς, τους εργαζόμενους, τους νέους για να μην βλέπουν τον πραγματικό υπεύθυνο για τα προβλήματά τους.

Θέλουμε να γνωρίζετε ότι κάθε φορά που η ναζιστική Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα κυνηγά μετανάστες και χτυπά μαθητές που αγωνίζονται, δίνει πάτημα σε αντίστοιχες φασιστικές οργανώσεις στην Γερμανία να επιτεθούν με τον ίδιο και χειρότερο τρόπο σε εμάς και τους γονείς μας.

Εμείς που βλέπουμε κάθε μέρα τους γονείς μας να ιδρώνουν για την επιβίωση μας στα εργοστάσια και τις μεγάλες επιχειρήσεις της Γερμανίας, να παλεύουν από το πρωί μέχρι το βράδυ σε ένα εστιατόριο ή μια μικρή επιχείρηση, εμείς που σαν μαθητές πολλές φορές δουλεύουμε για να βοηθήσουμε τους γονείς μας, γνωρίζουμε ότι για τα καθημερινά βάσανα της οικογένειάς μας δεν φταίει ο συμμαθητής μας που έχει άλλο χρώμα, άλλη θρησκεία ή είναι από άλλη χώρα.

Η φασιστική Χρυσή Αυγή και οι αδελφές της ναζιστικές οργανώσεις στην Γερμανία με τα ψέματά τους και τους τραμπουκισμούς τους έχουν ένα στόχο: Να τρομοκρατήσουν εμάς και τους γονείς μας για να μην αντιδράσουμε με τη δίκαιη οργή και αγανάκτηση που κάθε μέρα νιώθουμε, να μείνουν στο απυρόβλητο οι πολιτικές του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών του, που εξαθλιώνουν τους εργαζόμενους και τους νέους στην Ελλάδα και τη Γερμανία.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΟΥΜΕ ΚΑΙ ΑΠΟΜΟΝΩΝΟΥΜΕ ΤΗ ΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΧΙΤΛΕΡΙΚΗΣ ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ, ΤΩΝ ΟΜΟΪΔΕΑΤΩΝ ΤΟΥΣ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ!

ΔΥΝΑΜΩΝΟΥΜΕ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΣΕ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΓΕΡΜΑΝΙΑ! ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΜΑΣ!”

Συνάδελφοι η 18 του Μάρτη είναι η Διεθνής Κινητοποίηση κατά του ρατσισμού και του φασισμού να συμμετέχουμε όλοι να γίνουμε αλληλέγγυοι στους πρόσφυγες στην Ελλάδα στους Έλληνες της διασποράς που καθημερινώς και αυτοί με τη σειρά τους πέφτουν θύματα ξενοφοβίας και ρατσισμού, να γίνουμε αλληλέγγυοι και στους δικούς μας συμπολίτες που είναι πρόσφυγες στην ίδια τους τη χώρα στα χαρτόκουτα στις πλατείες στις γειτονιές μας

Και κλείνω με ένα μήνυμα. Φτωχοί μπορεί Ρατσιστές ποτέ Κανένας φοβισμένος ποτέ και πουθενά τσακίστε τους φασίστες σε κάθε γειτονιά.